Στιχουργικές μορφές
Εδώ παρουσιάζονται σχεδόν όλες οι γνωστές στιχουργικές μορφές της ποίησης.
Μονόστιχα - Δίστιχα - Τετράστιχα - Τερτίνες - Tριολέτο - Χάϊκου - Σονέτο - Μπαλάντα - Παντούμ - Ροντέλο - Οκτάβα - Βιλανέλα - Ρουμπάϊ - Ωδή - Ακροστιχίδα - Αλφαβητάρι - Διονυσιακή Σάτιρα - Μαντινάδες - Επιγράμματα - Ελεγειακά δίστιχα - Πεμπτουσία – Νόστος.
(Κυριακος Κυτούδης. Καθηγητής Ποίησης – παραδείγματα από σεμινάρια ποίησης)
ΜΟΝΟΣΤΙΧΑ
Mονόστιχα: Αστραπές έμπνευσης, όπως χαρακτηριστικά κάποιοι λένε ή όταν είναι ζητούμενο σε έναν και μόνο στίχο ο ποιητής, να καταφέρει να πει τόσα, όσα θα χρειάζονταν πιθανόν αρκετές σελίδες για να το πει. πχ.
«Είναι σκληρός ο πόνος, μια πιο σκληρό ο μόνος»
(Κυριακος Κυτούδης. Καθηγητής Ποίησης – παραδείγματα από σεμινάρια ποίησης)
ΔΙΣΤΙΧΑ
Είναι ένα ποίημα, που συνήθως αποτελείται από δύο ομοιοκατάληκτους στίχους με στόχο, κι εδώ με λίγα, κανείς να πει όσα περισσότερα μπορεί. πχ.
«Πάρε τ’ αστέρια αγκαλιά, με χίλιους δύο τρόπους
κι άσε στη γη τη ζεστασιά, και φως για τους ανθρώπους»
ΤΕΤΡΑΣΤΙΧΑ
Ποίημα, η στροφή, που όμως απαρτίζεται από τέσσερις μόνον στίχους.
Αραξοβόλι
Μέρος να ‘βρω απάνεμο, έν’ αραξοβόλι
με κάβο να δεθούν σφιχτά τα όνειρα μου
και δίπλα στο γαλάζιο, να έχω περιβόλι
φράχτης του περιβολιού, να είναι τα φτερά μου.
Μαλάγρα
Τι κι αν μαλαγρώθηκε, ο ουρανός γαλάζια
τι κι αν τ’ αστέρια παίζουνε, συνέχεια με νάζια
δεν τσιμπάνε οι ψυχές, δεν βλέπουνε το χρώμα
μάθανε στο χαμηλά, και να κοιτούν το χώμα.
ΤΕΡΤΣΙΝΑ
Τερτσίνα λέγεται η ποιητική στροφή, η οποία απαρτίζεται από τρεις ενδεκασύλλαβους στίχους όπου η τεχνική τους είναι, ο πρώτος στίχος να ομοιοκαταληκτεί με τον τρίτο, και ο δεύτερος, με τον πρώτο και τον τρίτο της επόμενης στροφής. Ο ορισμός, είναι ενδεκασύλλαβος αλλά μπορεί στο βαθμό που δεν είναι απόλυτα εφικτό, καμιά φορά να το προσπεράσουμε.
Τα διάσελα των αετών
«ενδεκασύλλαβο»
Σεργιάνι βγήκαν κι απόψε οι αετοί
σε μία αναζήτηση ονείρου
και σαν το δάκρυ κυλούσε η βροχή.
Γυρεύουν το μελάνι του Ομήρου
να ζωντανέψουν ηρώων οιωνούς
γράφοντας στη σάρκα ενός παπύρου.
Χρώμα να κλέψουν από τους ουρανούς
να δώσουνε ανάμνηση σ’ ανθρώπους
περήφανοι να εμπνεύσουν ταπεινούς.
Σεργιάνι βγήκανε σε άγιους τόπους
κι ανοίξαν διάσελα μιας ιστορίας
κι ότι θα πουν, θα’ ναι με χίλιους τρόπους.
ΤΡΙΟΛΕΤΟ
Είναι ποίημα οχτάστιχο και έχει δύο ομοιοκαταληξίες. Η τεχνική του είναι, ο πρώτος στίχος του να επαναλαμβάνεται ως τέταρτος και έβδομος και ο δεύτερος, ως όγδοος. Είναι μία ποιητική μορφή, που δεν εμφανίζεται συχνά στην Ελληνική ποίηση.
Όνειρα χιλιάδες
Μες τα σοκάκια παίξαμε το γιόμα
παιδιά ακόμη μ’ όνειρα χιλιάδες
μοιάζανε τότε μεγάλοι βασιλιάδες
μες τα σοκάκια παίξαμε το γιόμα.
Ήρθε καιρός και γέμισαν σπιλιάδες
αυλές και δρόμοι ξερό γίνανε χώμα
μες τα σοκάκια παίξαμε το γιόμα
παιδιά ακόμη μ’ όνειρα χιλιάδες.
ΧΑΪΚΟΥ
Το χαϊκού, είναι ένα πάρα πολύ σύντομο ποίημα το οποίο αποτελείται από 3 στίχους μόνον. o πρώτος στίχος έχει 5 συλλαβές, ο δεύτερος 7 και ο τρίτος 5. Ολόκληρο δηλαδή το χαϊκου αποτελείται από 17 συλλαβές.
Πρωτοεμφανίστηκε τον 15ο κα 16ο αιώνα με τους ποιητές Μοριτάκε, Σόκαν και Τεϊτόκου, αλλά άνθισε μετά τον 17ο αιώνα (με τον Μπασό). 'Έκτοτε έγινε πολύ δημοφιλές και διαδόθηκε σε όλες τις κοινωνικές τάξεις. Υπάρχουν σήμερα στην Ιαπωνία δεκάδες περιοδικά που τυπώνουν εκατοντάδες χιλιάδες χαϊκού κάθε χρόνο.
Το χαϊκού, παρ’ ότι μικρό έχει σαφήνεια και θεωρείται κάτι σαν πνευματική άσκηση με αρχές πρακτικής του Ζεν. Πρακτική θρησκευτική που σημαίνει, ομορφιά ίσον αφαίρεση, διαλογισμός, γαλήνη.
1 - Κοιτάς τα χιόνια
να δεις τάχα πως λιώνουν
να δεις τα χρόνια.
2 - Ψάχνεις αφορμή
να λουστείς στο φεγγάρι
που τέτοια χάρη.
3 - Κάνε μια φωλιά
ωσάν τα χελιδόνια
μα και την λαλιά.
4 - Αραξοβόλι
ψάχνουνε οι αγγέλοι
μα κι οι διαβόλοι.
ΣΟΝΕΤΟ
Το Σονέτο, έχει δεκατετράστιχη μορφή και αποτελείται, από δύο τετράστιχες και δύο τρίστιχες στροφές. Η τεχνική της ομοιοκαταληξίας μπορεί να είναι ζευγαρωτή ή σταυρωτή το χαρακτηριστικό τους όμως είναι, ότι η μορφή ομοιοκαταληξίας του πρώτου τετράστιχου, εμφανίζεται και στο δεύτερο. Στα δύο τρίστιχα, εμφανίζεται με διάφορους τρόπους. Κατά προτίμηση, μπορεί το σονέτο να είναι Ιαμβικός ενδεκασύλλαβος
Το φεγγάρι του κάποτε
Κοίτα το φεγγάρι γιέ μου να χαρείς
για δεν υπήρχε κάποτε φεγγάρι
ποτέ δεν ξέρεις άμα είναι νωρίς
ποτέ δεν ξέρεις πότε θα στο πάρει.
Κοίτα το γιέ μου κοίτα όσο μπορείς
να το χορτάσεις κάνε μου την χάρη
τώρα που το έχεις όλο να το πιείς
για δεν υπήρχε φωτεινό λιθάρι.
Κι αν υπήρχε ήταν γκρίζος ουρανός
κι αν υπήρχε ήταν τα μάτια μας θολά
πίσω απ’ τη μαυρίλα ήτανε θαφτό.
Κι αν υπήρχε γιέ μου το ‘ξερε ο θεός
λες και είχε ο παράδεισος ρολά
δεν μας μίλησε, ποτέ κανείς γι’ αυτό.
ΜΠΑΛΑΝΤΑ
Η μπαλάντα, σύμφωνα με την σταθερή στιχουργική μορφή της παλαιογαλλικής ποίησης κατά τον 14ο και τον 15ο αιώνα. Αποτελείται από 28 ενδεκασύλλαβους στίχους που κατανέμονται σε τρεις οκτάστιχες στροφές και μια τετράστιχη (ονομάζεται envoi). Η ομοιοκαταληξία των οκτάστιχων στροφών έχει τη μορφή αβαββγβγ και της τετράστιχης βγβγ. Ο καταληκτικός στίχος κάθε στροφής είναι ο ίδιος και ονομάζεται επωδός.
Όλο το ποίημα αποτελείται από τρεις ισόστιχες στροφές και ένα "σπάσιμο", που έχει το μισό αριθμό των στίχων κάθε στροφής. Η πρώτη στροφή μπορεί να έχει διαφορετικές τεχνικές στις ομοιοκαταληξίες όμως, στη δεύτερη και στην τρίτη στροφή ξαναγυρίζουν αυστηρά οι ομοιοκαταληξίες της πρώτης και στο σπάσιμο, οι ομοιοκαταληξίες του δεύτερου μισού κομματιού κάθε στροφής.
Άλλες παραλλαγές της μπαλάντας, λιγότερο διαδεδομένες, αποτελούνται από δεκάστιχες ή δωδεκάστιχες στροφές, με envoi πέντε ή έξι στίχων. Έχουν γραφτεί επίσης διπλές μπαλάντες, με έξι οκτάστιχες ή δεκάστιχες στροφές, κάποιες φορές χωρίς envoi, και μπαλάντες με διπλό ρεφραίν, στις οποίες επαναλαμβάνεται και ο τέταρτος στίχος κάθε στροφής, εκτός από τον τελευταίο όπως ακόμη, και μπαλάντες με εντελώς διαφορετικό στυλ.
Ο απόλυτος όμως ορισμός της μπαλάντας, είναι ο εικοσιοχτάστιχος.
Ένας από τους πρώτους που χρησιμοποίησε τον εξελληνισμένο όρο «μπαλάντα» στον τίτλο ενός ποιήματός του ήταν ο Κ. Καρυωτάκης, με την αριστουργηματική Μπαλάντα στους άδοξους ποιητές των αιώνων (1920), που είναι και η διασημότερη ελληνική μπαλάντα του «κλασικού», γαλλικής προέλευσης, τύπου: τρία οκτάστιχα και ένα τετράστιχο, ομοιοκατάληκτοι 11σύλλαβοι και 10σύλλαβοι, «επωδός» του τελευταίου στίχου. .
Λασπωμένα αστέρια
«ενδεκασύλλαβη
Γεννηθήκαμε στον ίσκιο της οξιάς …………………….α
ο τόπος μας, της λασπουριάς τα μέρη ……………….....β
προσκεφάλι, παραμύθια της γιαγιάς …………………α
και σκεπασμένα του ονείου μας τ’ αγέρι, …............β
ελεύθερα σε γαλανό λημέρι …………….……………..... β
να παίζουνε ανάμεσα στ’ αστέρια …………..…………........γ
τα όνειρα πιασμένα χέρι – χέρι ……………..………….........γ
παιδιά εμείς, αθώα περιστέρια. ……………...…………........γΤο φως του φεγγαριού είν’ για μας νοτιάς …..….α
σε φλοίσβο γαλανό ποιος να το ξέρει ……..…………...β
ή να βρίσκαμε τα χνάρια μιας φιλιάς ………..……..α
σ’ απάγκιο μέρος, μέρα μεσημέρι, …………..……….....β
στις ελπίδες να στήναμε καρτέρι ……………..............β
με ξόβεργες και λερωμένα χέρια …………...…………........γ
και κάποιο ίσως, να πιάναμε αστέρι ………....………...β
παιδιά εμείς, αθώα περιστέρια. ……………....………….......γΤα λησμονήσαμε όμως μονομιάς …………..…………α
και το γιατί κι ο χρόνος δεν το ξέρει ………..………....β
ίσως το ξέρει ο φόβος της σκλαβιάς ………..………α
ίσως μικρό, το ξέρει κάποιο αστέρι, ………...………....β
που σβήστηκε στης λήθης το τεφτέρι ……...…........β
και σε καυτά και σκοτεινά νυχτέρια ………....……….......γ
λες κι ήρθε χειμωνιά το καλοκαίρι ………....…………..β
παιδιά εμείς, αθώα περιστέρια. …………....………….........γΠότε αλήθεια, στης λασπουριάς τα μέρη …...……...β
θ’ ανθίσουν της ελπίδας τα παρτέρια ………..……….......γ
και ποιος νοτιάς, την άνοιξη θα φέρει …..…..……...β
παιδιά εμείς, αθώα περιστέρια. ……………...………….......γ
ΠΑΝΤΟΥΜ
Το Παντούμ, θεωρείται σαν ένα ιδιαίτερο είδος ποίησης. Η στιχουργική μορφή του παντούμ, ξεκίνησε από την Μαλαισία και καθιερώθηκε στην Ευρώπη από τον Ουγκό. Αποτελείται από τετράστιχες στροφές με (πλεχτή) ομοιοκαταληξία, ο δεύτερος και ο τέταρτος στίχος κάθε στροφής γίνονται ο πρώτος και ο τρίτος της επομένης. Ο αριθμός των στροφών είναι ακαθόριστος, όμως ο τέταρτος στίχος της τελευταίας στροφής οφείλει να είναι ο ίδιος με τον πρώτο στίχο της αρχικής.
Χνάρια Φθινοπώρου
Φθινοπώρου χνάρια στο παράθυρό μου
φύλλα χρυσοκόκκινα κοιμούνται στην αυλή
κι ο αγέρας πλέκει, μιαν Ιθάκη στο μυαλό μου
ευχή για πηγαιμό, σε κάποια ανατολή.
Φύλλα χρυσοκόκκινα κοιμούνται στην αυλή
κεντούνε δρόμους χάρτινους κι άγνωστα μονοπάτια
ευχή για πηγαιμό, σε κάποια ανατολή
θύμισες από τα παλιά, και δακρυσμένα μάτια.
Κεντούνε δρόμους χάρτινους κι άγνωστα μονοπάτια
σαν φόβο φθινοπωρινό που πέφτουνε τα φύλλα
θύμισες από τα παλιά, και δακρυσμένα μάτια
σ’ αδράχτι ενός παραμυθιού, φθινόπωρό μου μίλα.
Σαν φόβο φθινοπωρινό που πέφτουνε τα φύλλα
βλέπω στην άχνα μιας γωνιάς, θαμπό το είδωλό μου
σ’ αδράχτι ενός παραμυθιού, φθινόπωρό μου μίλα.
φθινοπώρου χνάρια στο παράθυρό μου.
ΡΟΝΤΕΛΟ
Το Ροντέλο ή «κυκλωτό», αποτελείται από δεκατρείς στίχους με δύο ομοιοκαταληξίες και για τους δεκατρείς.
Η πρώτη ομοιοκαταληξία βρίσκεται στους στίχους 1,4,5,7,9,12,13 και η δεύτερη στους 2,3,6,8,10,11. Ο πρώτος στίχος επαναλαμβάνεται ως έβδομος και ως δέκατος τρίτος και ο δεύτερος στίχος επαναλαμβάνεται ως όγδοος. Το Ροντέλο είναι ένα ιδιαίτερα τεχνικό είδος ποιήματος.
- 13 συνολικά στίχοι ( με 2 μόνον ομοιοκαταληξίες και για τους 13 )
- ο 1ος στίχος, γίνεται και 7ος και 13ος
- ο 2ος >>>>>>>>>>>> 8ος
- οι πρώτες ομοιοκαταληξίες είναι στους στίχους: 1 – 4 – 5 – 7 – 9 – 12 – 13
- και οι δεύτερες >>>>>>>>>>>>> στίχους: 2 – 3 – 6 – 8 – 10 – 11
Μια μολυβιά
1…. Μια μολυβιά σαν τράβηξα στης ζήσης μου τα λάθη .......α
2…. ο δρόμος μου σκοτείνιασε κι η μοίρα θυμωμένη ………............β
3…. μου είπε είναι λιγοστός, ο χρόνος που απομένει ………............β
4…. μην χάνεις πια στιγμές, σε πληγωμένα πάθη, ………….....α
5…. άσ’ την καρδιά ελεύθερη και κάποτε θα μάθει, ………......α
6…. μα ο φόβος μου με κράτησε και τ’ όχι επιμένει ……….............β
7…. μια μολυβιά σαν τράβηξα στης ζήσης μου τα λάθη ……..α
8…. ο δρόμος μου σκοτείνιασε κι η μοίρα θυμωμένη, ………..........β
9…. ας πάψει πια να με τρυπάει της πεθυμιάς τ’ αγκάθι ……..α
10…. μοιάζει η ζωή μου με γραμμή, στενή και τεθλασμένη ...........β
11…. σαν μια κλωστή σε κέντημα, μετέωρα δεμένη ………..............β
12…. μα τ’ όνειρο ζητάει ζωή, κι η ελπίδα δεν εχάθη ……….....α
13…. μια μολυβιά σαν τράβηξα στης ζήσης μου τα λάθη. …....α
ΟΚΤΑΒΑ
Κάθε στροφή αποτελείται από οχτώ στίχους, γι' αυτό και ονομάζεται οκτάβα. Κάθε στίχος έχει οκτώ συλλαβές. Το μέτρο του ποιήματος είναι: τροχαϊκό οκτασύλλαβο.
Η οκτάβα, είναι ξένη λέξη, ξένο είδος.
Είναι στροφή οχτάστιχη με την εξής ομοιοκαταληξία. Ο πρώτος με τον τρίτο και τον πέμπτο, ο δεύτερος με τον τέταρτο και τον έκτο και οι δύο τελευταίοι μεταξύ τους.
Μουσικά: Η ηχητική απόσταση ανάμεσα στον πρώτο και τον τελευταίο ήχο/νότα μιας οκτάφθογγης κλίμακας, ονομάζεται οκτάβα. Στην ευρωπαϊκή μουσική, το μικρότερο δομικό υλικό χτισίματος της μουσικής, η μικρότερη ηχητική απόσταση που μπορεί να έχουν δύο νότες μεταξύ τους, είναι το Ημιτόνιο.
Ανασαιμιά μου
«οκτασύλλαβο τροχαϊκό»
Γιέ μου εσύ και παλικάρι
άκουμε που σου μιλάω
κι έλα κάνε μου την χάρη
μάνα σου και σ’ αγαπάω,
πιες για λίγο το φεγγάρι
πιες τα μάτια όπου κοιτάω,
βάλε στον γιαλό προσήλιο
βάλω σου να πεις τον ήλιο·ρούφα γιέ μου φύλλο - φύλλο
κάθε του γλυκιά λιαχτίδα
πιες του κόσμου όλο το τίλιο
πιες τα όσα μου δεν είδα,
μέρος κι αν υπάρχει ανήλιο
κι αν μες τον αγρό αγκίδα
γιε μου εσύ κι ανασαιμιά μου,
όλα μοιάζουν ασημιά μου.
ΒΙΛΑΝΕΛΑ
Πολυφωνική μουσική σύνθεση που διαδόθηκε κυρίως τον 16ο αιώνα. Ο τόπος προέλευσής της, πιθανόν να είναι Ιταλικός αν και δεν έχει εξακριβωθεί μέχρι στιγμής. Η απλοϊκή χάρη της μουσικής αυτής σύνθεσης προσέλκυσε διάσημους συνθέτες, που αργότερα θα διευρυνθεί και θα εισχωρήσει στην καντσονέτα.
Η Βιλανέλα είναι ποίημα το οποίο αποτελείται από 13 στίχους, μοιρασμένους σε τέσσερες στροφές.
Οι τρεις πρώτες στροφές, αποτελούνται από τρεις στίχους και η τέταρτη, από τέσσερις. Επίσης ο πρώτος στίχος επαναλαμβάνεται ολόιδιος ως τρίτος στίχος στη δεύτερη και την τέταρτη στροφή. Επίσης ο τρίτος στίχος ε-παναλαμβάνεται ολόιδιος ως τρίτος στίχος τής τρίτης στροφής και ως τέταρτος της τέταρτης.
Α - Αυτή είναι μία μόνο μορφή απ’ όσες μπορεί να έχει η βιλανέλα. Δηλαδή οι τρεις πρώτες τρίστιχες και η τελευταία τετράστιχη. Ο πρώτος στίχος ξαναγυρίζει ως τρίτος της δεύτερης στροφής και ως τρίτος της τέταρτης. Ο τρίτος ως τρίτος της τρίτης και ως τέταρτος της τέταρτης.
Β - Μπορεί όμως να είναι κι έτσι: Η πρώτη τετράστιχη και οι άλλες τρίστιχες. Ο πρώτος ξαναγυρίζει ως δεύτερος της δεύτερης στροφής και ως τρίτος της τέταρτης. Ο τρίτος ως τρίτος της τρίτης και ως τρίτος της τέταρτης.
Γ - Ή η πρώτη τετράστιχη και οι άλλες τρίστιχες. Ο πρώτος στίχος ξαναγυρίζει ως δεύτερος της δεύτερης στροφής και ως δεύτερος της τέταρτης. Ο τρίτος ως δεύτερος της τρίτης και ως τρίτος της τέταρτης στροφής. (από Β.Σ.Π. σελ. 44)
Δεκατρείς συνολικά στίχοι, με δύο ομοιοκαληξίες
Α – περίπτωση: 3 τρίστιχα κι ένα τετράστιχο.
ο 1ος στίχος, γίνεται και 6ος / 12ος
ο 3ος >>>>>>>>>>>> 9ος / 13ος
Β – περίπτωση: 1 τετράστιχο και 3 τρίστιχα.
ο 1ος στίχος, γίνεται και 6ος / 12ος
Mε τα μάτια της ψυχής
1… Με τα μάτια σου ψυχή μου ……….........Α
2… φίλησα του κόσμου χείλη
3… κι είναι η ανάσα σου δική μου. ….….....Β
4… Μοιάζει μπρούσκο από σταφύλι
5… δίνει γεύση στη ζωή μου
6… με τα μάτια σου ψυχή μου. …………......Α
7… Κάποιο του Αυγούστου δείλι
8… πήρες φεγγαριού μαντήλι
9… κι είναι η ανάσα σου δική μου. ….…....Β
10… Σε γαλάζιο ανοίγει πύλη
11… φλόγα τ’ άστρα και καντήλι
12… με τα μάτια σου ψυχή μου …………..Α
13… κι είναι η ανάσα σου δική μου. .….….Β
ΡΟΥΜΠΑΙ Η ΡΑΜΠΑΓΙΑΤ
Το είδος του ποιήματος αυτού είναι περσικής προέλευσης. Τα ποιήματα αυτά είναι φιλοσοφικού και συμβολικού περιεχομένου και αποτελούνται από τετράστιχα που μόνο ο α’, ο β’ και ο δ’ στίχος ομοιοκαταληκτούν .
Του φεγγαριού ο δρόμος
Να ‘βλεπα ευχές, να γίνω ταχυδρόμος
να ‘τανε γνωστός του φεγγαριού ο δρόμος,
να ‘ρχονται παιδιά και γράμματα να δίνουν
ντυμένα με φιλιά, και δίχως δάκρυ όμως.
Να ‘χα προσευχές, να γίνω περιστέρι
να τις πάω ψηλά σ’ όμορφο αστέρι,
να γελούν παιδιά, γιατί θα το ξέρουν
πως θα ‘χουν ζεστασιά, πάντα καλοκαίρι.
Να ‘μουνα Θεός, και ν’ αλλάξω νόμους
στην γη των αστεριών να χαράξω δρόμους,
να ‘ρχονται παιδιά, ευχές για να μαζεύουν
ανθισμένες να ‘ναι, μες τους πεζοδρόμους.
ΩΔΗ
Ωδή, (< άδω = ψάλλω) ονομάζεται το λυρικό ποίημα που ανήκει στο είδος της μελικής και κυρίως της χορικής ποίησης των αρχαίων Ελλήνων και έχει σταθερό στροφικό σχήμα: αποτελείται από τηνστροφή, την αντιστροφή και την επωδό..
Η έκταση της είναι μεγάλη σε σχέση με την έκταση ποιημάτων άλλων ειδών γενικά της λυρικής ποίησης.
Στην σύγχρονη ποίηση ωδές ονομάζονται τα ποιήματα τα οποία έχουν περιεχόμενο επικολυρικό και ιδεαλιστικό, καθώς αναφέρονται θεματικά σε σοβαρές και υψηλές έννοιες και αξίες (ελευθερία, πατρίδα, θρησκεία, αντρεία, αρετή, καθήκον, δόξα, θάνατος κ.ά.)
. είναι μεγάλα σε έκταση
. έχουν ύφος επίσημο, σοβαρό και μεγαλόπρεπο, που φτάνει πολλές φορές στο
στομφώδες
. χρησιμοποιούν επιβλητικές εικόνες και γενικώς εκφραστικά μέσα πλούσια και
εντυπωσιακά.
Ωδή στο παιδικό το δάκρυ
Μάζεψα δάκρυ απ’ τα παιδιά και ξεχασμένες αγκαλιές
από φωλιές, χελιδονιών και γλάρων.
Έκανα γύρους στα βουνά χαμένα αν μάζεψα φιλιά
κι οι αέρηδες, ψηλά θε να με πάρουν.
Χρώματα είδα μοναξιάς μάζεψα φύλλα της οξιάς
κι έκανα στρώμα, κάπου να ξαποστάσω.
Όμως το δάκρυ των παιδιών θύμιζε τσίμπημα φιδιών
τέτοια δεσμά, Θεέ μου πως θα σπάσω.
Πονούσε η ανατολή είχε χαθεί και το φιλί που τα παιδιά
δεν είχανε πια γειτονιές να παίξουν.
Πονάς ψυχή μου γοερά πονάει μαζί σου κι η καρδιά
άραγε πόσο οι καρδιές, τόσο πόνο θ’ αντέξουν.
Πόσο αντέχει μια ψυχή όταν χαμένη πάει η ευχή
που δεν υπάρχουνε παιδιά στους γύρω δρόμους
και ποιος αντέχει αληθινά που ήταν παιδί και το ξεχνά
τέτοια ευθύνη, να κουβαλά στους ώμους.
Κλαίει ο χειμώνας κι ο βοριάς στο πέρασμα κάποιας βραδιάς
νιφάδες, σταμάτησαν να πέφτουν.
Δεν θέλει η άνοιξη να βγει μαράθηκε το γιασεμί τα χρώματα
σταμάτησαν, αρώματα να γνέθουν.
Ο ήλιος κλαίει σε μια γωνιά στο καλοκαίρι παγωνιά
και το γαλάζιο άφησε, μονάχη την αλμύρα.
Τα δέντρα μείνανε γυμνά στου φθινοπώρου την γωνιά
τα πρωτοβρόχια χάθηκαν, από ανθρώπων μοίρα.
Εγώ θα κάνω προσευχή κι εσύ φεγγάρι μιαν ευχή
από χαμόγελα, φεγγάρι μου εσύ ξέρεις.
Να ‘ρθει το γέλιο στα παιδιά να μην ξαναδακρύσουν πια
Θεέ μου ξέρω, κι εσύ θα υποφέρεις.
Ας τραγουδήσουμε φορές κι αγάπη σ’ όλες τις ψυχές
και ν’ ακουστεί, στην γη σε κάθε άκρη.
Πως ήταν όνειρο κακό και το ξεχάσαμε θαρρώ
ποτέ δεν είδαμε στην γη, το παιδικό το δάκρυ.
ΑΚΡΟΣΤΙΧΙΔΑ
Η ακροστιχίδα, αποβλέπει με τα αρχικά γράμματα κάθε στίχου να σχηματίσει ένα όνομα. Ήταν γνωστό είδος και στη βυζαντινή φιλολογία, όπου τα αρχικά γράμματα σχημάτιζαν διάφορα ρητά.
Στη νεότερη ποίηση συνήθως, σχηματίζουν γυναικεία ονόματα και είναι αφιερώματα ποιητών προς την αγαπημένη τους. Η ακροστιχίδα, λέγεται ότι αποτελεί περισσότερο παιχγνίδι παρά ποίημα με αξιώσεις. Μπορεί όμως εύκολα ο καθένας επιλέγοντας μια διαφορετική θεματολογία, να κάνει ένα ποίημα με μεγάλη αξίωση, αλλά και τεράστια με δυσκολία.
Ο μη αδικών ουδενός δείται νόμου
-----------------------------------------------------------------------
αυτός που δεν αδικεί, δεν χρειάζεται κανέναν νόμο. «Πλάτων»
Όμως δεν πείραξες εκείνο το πουλί
μήτε τα φτερά του πήρες, μήτε την λαλιά,
ήτανε η φάκα είπες για ένα γλυκό φιλί
α τότε δεν πειράζει, δώσ’ του άλλα δυο φιλιά.
Δεν χάλασες του αηδονιού εκείνη την φωλιά
ίδιο του φεγγαριού σαν μοιάζει όταν κελαηδεί,
και τα κλωνάρια εκείνα, τα έκανες χαλιά
ω τότε δεν πειράζει, πήγαινε πάλι το πρωί.
Ντύθηκες μασκαράς και πάλι, για λόγο πονηρό
μα ούτε μάσκα χρειάζεσαι, ούτε μαύρη ποδιά,
ύστερα ξάφνου στην στιγμή, γέμισες με νερό
α δεν πειράζει τότε, για να χαρούν παιδιά.
Έγινες πολεμιστής, με όπλα και με σφαίρες
ντύθηκες πάλι αρχηγός, με κάρβουνο βαμμένος,
όταν σε δούνε τα παιδιά, θα σε φοβούνται μέρες
συνέχισε όμως και γείνε, κι ύστερα πεθαμένος,
δεν πειράζει αν είναι, τον θάνατο να μάθουν
έχουν πολλά χρόνια μπροστά, ώσπου να μεγαλώσουν,
ίσως αυτό να ‘ναι καλό, για όνειρα που πλάθουν
τότε λοιπόν συνέχισε, και δεν θα σε μαλώσουν.
ΑΛΦΑΒΗΤΑΡΙ
Θεωρείται παρεμφερές είδος ( παιχνίδι ) με τις ακροστιχίδες όμως, και πάλι θα πω ότι εξαρτάται από την θεματολογία, το βαθμό δυσκολίας ώστε στο τέλος να είναι ένα ποίημα με αξιώσεις.
Το ποίημα ξεκινά, με τον πρώτο στίχο να αρχίζει ( όχι απαραίτητα ) από το α έως το ω. Περιέχονται τα γράμματα της αλφαβήτας σε σειρά.
Διαβόλου υφάδι
Να ‘ρχονταν πάλι εκείνα τ’ απομεσήμερα
ξόβεργες να κάνουμε για κείνα τα πουλιά,
όρνια καταραμένα που τσιμπούν τα ήμερα
πιάσε μαχαίρια για κείνα τα σκυλιά.
Ράτσα δεν τα ‘δωσε ο Θεός ούτε σημάδι
στάχτη θα γίνουν στον τελειωμό του χρόνου,
του διάβολου είναι ζωγραφιά κι υφάδι
ύαινας αυγά και δηλητήριο του πόνου.
Φτιάξε παγίδες με διπλή αρματωσιά
Χάρου απόσκια να πιάσουμε το βράδυ,
ψέματα ήταν ότι πήγαν σ’ εκκλησιά
ώνια της νύχτας είναι, καταραμένο χάδι.
ΔΙΟΝΥΣΙΑΚΗ ΣΑΤΙΡΑ
Οι Διονυσιακές και Βάκχικες αυτές γιορτές, είχαν σχέση με το τέλος του χειμώνα, και τον ερχομό της άνοιξης, συμβόλιζαν δε την εποχή που η γη "ξυπνά" από την χειμερία νάρκη, και αναγεννάται. Για τους αρχαίους λαούς ο κύκλος αυτός της αναγέννησης της φύσης, είχε σχέση και με τις ανθρώπινες ψυχές και συμβολίζονταν με το φόρεμα της μάσκας.
Οι απόκριες έχουν προέλευση Θρακική, και προέρχονται από την λατρεία του Θεού του κρασιού και του κεφιού, αλλά και της ζωής και της αναπαραγωγής Διονύσου. Ο Διόνυσος είχε μαζί του τους Σάτυρους και τους Σελινούς, οι οποίοι έβαζαν στα κεφάλια τους στεφάνι από κισσό, φόραγαν μάσκες, και ντύνονταν με δέρματα ζώων
Στη νεότερη εποχή, σάτιρα ονομάζουμε τον κωμικό ή σκωπτικό τρόπον τινά στίχο ο οποίος στο μέτρο του δυνατού δεν ενοχλεί αλλά απλά σατιρίζει κοινωνικά, πολιτικά, ή και άλλα ακόμη θέματα καθημερινότητας.
Κάποτε στις Θερμοπύλες
Ένα μέρος αν θυμάμαι, το λέγαν Θερμοπύλες
και καλά αν ξαναθυμάμαι, ήταν μέρος παγίδας
μα για κάποιους με ψυχή, του παραδείσου οι πύλες
καλά αν θυμάμαι πάλι, ήταν κι ένας Λεωνίδας.
Ναι μωρέ ήταν αυτοί, που ‘ταν’ μόνο τρακόσοι
και πήγαν λέει το αίμα τους, για Έλληνες να δώσουν
ενώ υπήρχανε χιλιάδες, πίσω άλλοι τόσοι
κι εκείνοι θα μπορούσανε, εύκολα να προδώσουν.
Αχ φίλε μου καλέ, ο αριθμός δεν είν’ τυχαίος
κι ούτε υπάρχουνε αν θες, στους αριθμούς συμπτώσεις
αυτός ο αριθμός να ξέρεις, ήτανε μοιραίος
να δούμε ποιοι αξίζουνε, και ποιοι κάνουν εκπτώσεις.
Μάθε λοιπόν υπάρχουνε, λουλούδια και λουλούδια
να ‘ναι καλά ο κύριος, όλα μας τα ‘χει δώσει
ακόμη υπάρχουν στην ζωή, τραγούδια και τραγούδια
και δυστυχώς υπάρχουνε, τρακόσοι και τρακόσοι.
ΜΑΝΤΙΝΑΔΑ
Μαντινάδα, λέγεται η στροφή που συνήθως έχεις δύο στίχους σε τονισμένες και άτονες συλλαβές και το μέτρο, είναι ιαμβικός δεκαπεντασύλλαβος. Ακόμη, το μέτρο ( οι τονισμένες και άτονες συλλαβές, καθώς και αυτές που άδονται με επιμήκυνση ή επιβράδυνση) των στίχων της μαντινάδας, είναι ανάλογο με το σκοπό ή το μέτρο του χορού που συνοδεύει. Οι στίχοι, απαραίτητα ομοιοκαταληκτούν και εάν είναι σε ημιστίχια, θα πρέπει απαραίτητα να ομοιοκαταληκτούν το τρίτο με το τέταρτο και στην περίπτωση που ομοιοκαταληκτούν περισσότεροι στίχοι τότε η μαντινάδα γίνεται ακόμη πιο πλούσια.
Η λέξη μαντινάδα, ετυμολογικά προέρχεται από το ΄΄μαντεύω΄΄ διότι όπως η ιστορία του αναφέρει περιέχει χρησμό, προμήνυμα, προαίσθημα, προφητεία και φυσικά, περιέχει και συναίσθημα.
Η ιστορία της μαντινάδας σύμφωνα με το Στράβωνα (Γεωγραφικά Ι, IV ), ο κρητικός μάντης και προφήτης Επιμενίδης (6ος αι. π.Χ.) έγραφε τους καθαρμούς και τους χρησμούς σε ποίηση, έπη. Ομοίως, ο Παυσανίας («Αττικά», 34) αναφέρει ότι στο μαντείο του Αμφιάραου (Το Αμφιαράειο ήταν μαντείο, ναός και θεραπευτήριο κοντά στον Ωρωπό και στο οποίο γινόταν και αγώνες μουσικοί και γυμνικοί) υπήρχε ένας Κρητικός με το όνομα Ιοφών από την Κνωσό που τους χρησμούς των εξηγητών τους έλεγε με εξάμετρους στίχους και μ΄ αυτά είχαν φτιαχτεί έπη.
«Ιαμβικός 15σύλλαβος»
Τα δυο σου μάτια
Τα δυο σου μάτια θάλασσες που όντε τ’ αντικρίζω
μέσα τους πλέω χάνομαι, μέσα τους αρμενίζω.
Γεύση του φιλιού
Θα ‘θελα να ‘μουν δάκρυ σου των οματιών στα χείλη
να γίνω γεύση του φιλιού, μπρούσκο από σταφύλι.
Οι Δαναοί
Μια αρμαθιά ανίκανοι μας πήρανε τη χώρα
και Τρόικα με Δαναούς, μοιάζει που φέρνουν δώρα.
ΕΠΙΓΡΑΜΜΑ
Το επίγραμμα, μπορεί να αποτελείται από δύο τέσσερις έξι οχτώ στίχους. Όσο πιο λιγότεροι είναι όμως οι στίχοι, τόσο περισσότερο θεωρείται επιτυχημένο το επίγραμμα αρκεί, να έχει κάτι να πει για να θεωρηθεί επιτυχημένο και να δίνει μια ολοκληρωμένη εικόνα για το θέμα που πραγματεύεται. Να είναι περιεκτικό, στοχαστικό και πνευματικό.
Οι αρχαίοι Έλληνες, μας άφησαν θαυμαστά επιγράμματα και σε όλους μας είναι σχεδόν γνωστά του Σιμωνίδη του Κείου ο οποίος, έκανε το επίγραμμα να μοιάζει σαν μια άφθαστη τελειότητα.
«Ω ξείν, αγγέλειν Λακεδαιμονίοις ότι τήδε
κείμεθα. τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι»
Μεριάστε
Μεριάστε σύννεφα κι εσείς μακριά μου αστέρια
θέλει ο ήλιος να φανεί, όσο το φως θυμάται,
μεριάστε, εδώ… ένας αητός κοιμάται.
ΕΛΕΓΕΙΑΚΑ ΔΙΣΤΙΧΑ - (Ομηρικό μέτρο)
Ορισμός: Ο πρώτος στίχος αποτελείται από δύο τριποδίες ή, έξι δακτυλικούς πόδας με τον τελευταίο πόδα πάντοτε καταληκτικό και δθσύλλαβο.
Ήτοι: Είναι δακτυλικός εξάμετρος 17σύλλαβος καταληκτικός στίχος.
Ο δεύτερος στίχος, είναι και αυτός εξάμετρος αλλά με κομμένες τις βραχείες συλλαβές στις άρσεις, τόνους του τρίτου και του έκτου ποδός ή, είναι στίχος με καταληκτικές τριποδίες.
Ήτοι: Είναι δακτυλικός πεντάμετρος με πενθημημερή τομή. π.χ.
Ἄνδρα μοι ἔννεπε, Μοῦσα, πολύτροπον, ὃς μάλα πολλά
πλάγχθη, ἐπεὶ Τροίης ἱερὸν πτολίεθρον ἔπερσε·
Οι ανάσες της μοίρας
- U U / - U U / - U U / - U U / - U U / - U
- U U / - U U / - / - U U / - U U / - U
Δίχως πυξίδα τα όνειρα πάλι και δίχως εξάντα
δίχως μια στράτα γλυκιά, ένα καράβι μονάχο.
Δίχως μιας άνοιξης χρώμα και δίχως πνοή του λεβάντα
μοιάζουν σαν ξεροληθιά, και σαν απάνεμο βράχο.
Πώς να μεριάσουν τ’ απόσκια που κρύβουν στα μάτια τον ήλιο
πως και τ’ αηδόνια ξανά, κάποιο να παίξουν ταξίμι.
Πως το φθινόπωρο ανάσα να δώσει και πάλι στο φύλλο
μέλισσες πως θα γεννούν, κάποιου ανθού το προζύμη.
Πως συναξάρια σε μαρμαρυγή θε να κάνουν οι ευχές μου
κι η ειμαρμένη μου πως, θα ‘χει μια άλλη πια ρότα.
Να ‘βρισκα τρόπο οι ανάσες της μοίρας να γίνουν δικές μου
κι άν πρέπει να ‘βρω το φως, ή το σκοτάδι μου πρώτα.
ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑ
(νέα δική μου στιχουργική μορφή)
Ποίημα αποτελούμενο από πέντε στροφές με την πέμπτη, πάντοτε τετράστιχη.
Οι τελευταίοι στίχοι κάθε στροφής, αποτελούν την τελευταία στροφή.
Η ομοιοκαταληξία, ελεύθερη.
Ανοιξιάτικη Πεμπτουσία
Σ’ ετοιμασιά οι μέλισσες για των ανθών προζύμη
κι οι Νύμφες του Μαγιού βάζανε τα καλά τους,
τ’ αηδόνια ξεκινούν από νωρίς ταξίμι
στάζουν οι χειμωνανθοί, στην γη τα δάκρυά τους
Η του χελιδονιού τελειώνει η προσμονή
φωλιά θα κτίσει αψηλά στου ήλιου το μπαλκόνι,
ξυπνούν από τον λήθαργο και των κλαδιών τα μάτια
κι η άνοιξη υφάντρα, με πράσινο στημόνι.
Το υφαντό θα στολιστεί με άρωμα και χρώμα
βλαστοί θα βγαίνουν απ’ την γη που για ψωμί σταρένιο,
οι πεταλούδες θα ριγούν, μια ανασεμιά απ’ το χώμα
θα μοιάζει η γη κι ουρανός τοπίο φιλντισένιο.
Ουράνιο τόξο θε να βγει απ’ τ’ ουρανού την μήτρα
της Ίριδας τα όνειρα και πάλι θα θεριέψουν,
η πρώτη που κρατά εποχή του έρωτα τα σκήπτρα
όνειρα πόθοι και γητιές, ξανά θα ταξιδέψουν.
Στάζουν οι χειμωνανθοί, στην γη τα δάκρυά τους
κι η άνοιξη υφάντρα, με πράσινο στημόνι
θα μοιάζει η γη κι ουρανός τοπίο φιλντισένιο
όνειρα πόθοι και γητιές, ξανά θα ταξιδέψουν.
ΝΟΣΤΟΣ
(νέα δική μου στιχουργική μορφή)
Ποίημα δεκαεξάστιχο ξεκινώντας από μονόστιχο, δίστιχο, τρίστιχο, τετράστιχο και αντίστροφα τρίστιχο, δίστιχο, μονόστιχο και από την επιστροφή αυτή, το ονομάζω και «ΝΟΣΤΟΣ»
Η λεπτομέρεια είναι ότι ο τρίτος στίχος, γίνεται δέκατος τέταρτος, ο δεύτερος δέκατος πέμπτος, και ο πρώτος δέκατος έκτος. Η ομοιοκαταληξία, ελεύθερη.
Στον ήλιο το σακάκι
Nα, κι έτσι κρέμασα στον ήλιο το σακάκι.
Με γόμα πεθυμιάς έσβησα όλα τ’ άστρα
μαύρη κουρτίνα τράβηξα στου φεγγαριού τα φύλλα.
Δεν έχω ανάγκη άλλο φως, έχω δική μου φλόγα
σε βίγλες μακρινές πιο πάνω από τ’ άστρα
κρυφή μου ρότα γαλανή, σε μυστική πιρόγα.
Θα φτιάξω κόσμο απ’ την αρχή κι ένα καινούργιο δώμα
χωρίς το χρόνο να πονά σαν μια πληγή στο δείλι,
ευχές και όνειρα γλυκά θα σπείρω μες το χώμα
ρίζες θα βγαίνουν απ’ τη γη, με χρώματα τ’ Απρίλη.
Θα φτιάξω δέντρα αραθυμιάς, σοκάκια φιλντισένια
αυλές γιασεμομύριστες και δρόμους ασημένιους
θέλησα στο στερέωμα, δικό μου αλωνάκι.
Μαύρη κουρτίνα τράβηξα στου φεγγαριού τα φύλλα
με γόμα πεθυμιάς έσβησα όλα τ’ άστρα.
Nα, κι έτσι κρέμασα στον ήλιο το σακάκι.
Ο κόσμος των ονείρων μου
Πώς να ζωγραφίσω τον κόσμο των ονείρων μου.
Τι χρώμα άραγε να βάλω στον Αγιόηχο
πώς να δείξω εκείνα τα φτερά της αετούσας.
Πώς να περιγράψω Θεέ μου μια αλικόπλαστη μορφή
γιασεμομύριστο φιλί πώς να το ζωγραφίσω
πως δείχνεις άραγε με χρώματα, μια όμορφη ζωή.
Κι αν έχω κάνει με παιδιά ροδόχτιστη αυλή
κι αν στην ποδιά μας έχουμε φεγγαροκέντητες ελπίδες
πως δείχνεις των αγγέλων εκείνο το φιλί
που τραγουδά την άνοιξη πάντα μ’ ακροστιχίδες.
Με λέξεις πώς να γράψεις για ηλιόχαρη αυγή
και πώς να περιγράψεις μια αηδονούσα καλημέρα
δυοσμοσταλιά σαν πέφτει απ’ τη βροχή.
Πώς να δείξω εκείνα τα φτερά της αετούσας
τι χρώμα άραγε να βάλω στον Αγιόηχο.
Πώς να ζωγραφίσω τον κόσμο των ονείρων μου.
*********************