
Εκεί στου δρόμου τα μισά
- Άρθρο του Κυριάκου Κυτούδη
Εκεί στου δρόμου τα μισά
Πως ν’ απαγγείλεις ένα ποίημα
Εκεί στου δρόμου τα μισά, θέλεις να γίνεις ποιητής, όλοι θέλουν, κι εγώ θέλω κι ύστερα, κι ύστερα να απαγγείλεις. Ας πούμε, ας πούμε κάτι για τον άνεμο, τον αγέρα. Αλλά δεν είναι η ώρα ακόμη να γίνεις ποιητής για τον άνεμο, και άνεμος για τον ποιητή.
Είναι κάτι πιο απλό. Το ν’ απαγγείλεις απλά ένα ποίημα, κάποιους στίχους. Μην προσπαθήσεις να πετάξεις, το γαλάζιο δεν θα σου δώσει τα φτερά του και κανένας αητός, δεν θα σου συμπαρασταθεί γιατί κι αυτός, απλά θα περιμένει να σ’ ακούσει. Το πέταγμα, είναι δική του υπόθεση. Μην τον κάνεις να γελάσει μαζί σου κι άλλωστε, που ξέρεις, κάποιοι που θα σ’ ακούσουνε, μπορεί πραγματικά να έχουνε πετάξει!
Εσύ, δεν ξέρεις τίποτα ακόμη για τον άνεμο. Δεν μπορείς να τον δείξεις, δεν μπορείς να τον ζωγραφίσεις, δεν μπορείς να τον προσδιορίσεις παρά μονάχα να τον αναφέρεις γιατί απλά, αποκαλύπτεται όταν αυτός το θέλει μέσα απ’ τις εκφάνσεις του. Εσύ, μείνε μονάχα στις λέξεις.
Βρες τις λέξεις αξίας στον στοίχο αλλά μην τις ερωτευθείς. Υπάρχουν τόσα άλλα! Κοίτα στην άνοιξη, ερωτεύσου το γιασεμί, τα δυοσμαρίνια, ένα χελιδονι και οι λέξεις, θα είναι αιώνια ερωτευμένες μαζί σου, μα δεν θα στο δείξουνε ποτέ.
Ναι, διδάσκεται και η απαγγελία. Θα βρεθούνε κάποιοι να στην διδάξουνε όμως, ποτέ δεν θα το καταφέρεις εάν πρώτα, δεν έχεις δεχθεί ότι δεν γνωρίζεις. Μείνε απλός, μείνε αγνός, μείνε ελεύθερος και απλά, δέξου ότι δεν γνωρίζεις και θα μάθεις. Μόνον τότε θα είσαι ελεύθερος να μάθεις. Όπως ένα μικρό παιδί με τα μεγάλα μάτια, που όταν του λες ένα παραμύθι, βλέπει όλην την αλήθεια.
Το ποίημα όμως, δεν είναι παραμύθι. Μην γελαστείς δεν αφηγείται! Δεν θα είσαι ποτέ δίπλα σ’ ένα τζάκι με μεγάλα μάτια να σε παρακολουθούν κι αν το προσπαθήσεις, ή ίδια η φωτιά του θα σε κάψει.
Μεταχειρίσου το ποίημα σαν όστρακο. Βγάλε από μέσα του όλην την πορφύρα μα πρόσεχε! Δεν θα σε κάνει το χρώμα βασιλιά! Μην το προσπαθήσεις ένα χρώμα είναι! Μην εντυπωσιαστείς δεν είναι δικό σου, θ’ ανήκει πάντοτε στο όστρακο. Μην χάσεις τον εαυτό σου, και μην ξεχάσεις το ποίημα.
Το ποίημα, μην το λες ψιθυριστά, μην το φοβάσαι, αλλά μην το λες και δυνατά γιατί δεν γράφτηκε έτσι. Γεννήθηκε μέσα απ’ την σιωπή, πολλές φορές ουρλιάζοντας με πόνο και αίμα και κάποιες φορές, απλά γεννήθηκε. Εσύ, πες μόνον την αλήθεια.
Μην βάλεις τα καλά σου για ν’ απαγγείλεις, αλλά και μην ντυθείς πρόχειρα. Μείνε εσύ, έτσι όπως είσαι κάθε μέρα, γιατί κάθε μέρα θα πρέπει να βλέπεις την ποίηση. Να μην σου είναι κάτι ξένο, αλλά και ποτέ δεν θα γίνει κάτι δικό σου. Μην προσπαθήσεις να γίνεις κομμάτι της ή αυτή, ένα κομμάτι δικό σου. Μάθε απ’ την ελευθερία της αλλά δεν θα της μοιάσεις ποτέ, και δεν χρειάζεται πίστεψέ με γιατί εσύ, θα πρέπει να είσαι εσύ! Ελεύθερος!
Ελεύθερος! Και μην ακούς τι σου λένε, οι περισσότεροι δεν γνωρίζουνε τι λένε, λένε μονάχα ό,τι τους μάθανε να λένε, γιατί τους κλέψανε το δικαίωμα να σκέφτονται. Εσύ, στοχάσου για λίγο μονάχα στις λέξεις, ελ-εύ-θέρος. Και θα είσαι έτοιμος, τότε θα ξέρεις.
Βγες στο κοινό και πες λοιπόν το ποίημα, δεν είναι κανείς μην φοβάσαι, και μην προσπαθήσεις ποτέ να γίνεις το ποίημα, ποτέ το σημαίνον ή το σημαινόμενον. Βγες και απλά να είσαι εσύ. Κοίτα! δεν είναι κανείς, μονάχα εσύ και οι λέξεις. Δεν υπάρχει λόγος να εντυπωσιάσεις! Μείνε άνθρωπος, μείνε ταπεινός, μείνε «ελεύθερος» γιατί μετά την απαγγελία, έχεις τόσα πολλά και όμορφα πράγματα να ζήσεις!
Και μην κάνεις κανέναν να δακρύσει γιατί οι περισσότεροι, έχουνε κλάψει πολύ στην ζωή τους. Μην κάνεις όμως και κανέναν να γελάσει γιατί το μόνο αστείο, θα είσαι εσύ!
Κι άλλωστε στο είπα, δεν θα είναι κανείς εκεί παρά μονάχα, εσύ, και το ποίημα.
Γίνε «ελεύθερος», και θα το πεις όπως του αξίζει, μην φοβάσαι.
Κι αν τυχόν...
Κι αν τυχον βρεις λίγη ζεστασιά στο ποίημα, μην την ξοδέψεις. Κράτησέ την γι’ αυτούς που τους κλέψανε την ποίηση απ’ την ζωή τους...
Κράτησέ την, γι’ αυτούς που κρυώνουν!
******************