H ανθρώπινη κατάσταση
Χάνα Άρεντ
«Το τέλος του κοινού κόσμου έχει επέλθει όταν αυτός αντικρίζεται από μια μόνο πλευρά και παρουσιάζεται σε μια μόνο προοπτική»
Η αδιαφορία για τον κόσμο είναι δυνατή ως πολιτικό φαινόμενο μόνο αν στηριχτεί στην υπόθεση ότι ο κόσμος δεν θα διαρκέσει· αν όμως υποτεθεί αυτό, είναι σχεδόν αναπόφευκτο ότι η αδιαφορία για τον κόσμο, με τη μία ή την άλλη μορφή, θ’ αρχίσει να κυριαρχεί στην πολιτική σκηνή. Αυτό συνέβη μετά την πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και φαίνεται να συμβαίνει πάλι στις μέρες μας, μολονότι για εντελώς διαφορετικούς λόγους και με πολύ διαφορετικές, ίσως ακόμα πιο δυσάρεστες μορφές.
Αν ο κόσμος πρόκειται να περιλαμβάνει ένα δημόσιο χώρο, αυτός δεν μπορεί να οικοδομείται μόνο για μια γενεά και να σχεδιάζεται μόνο για τους ζώντες· πρέπει να υπερβαίνει το χρονικό διάστημα της ζωής των θνητών. Χωρίς αυτή την υπέρβαση σε μια δυνάμει επίγεια αθανασία, καμιά πολιτική, με την αυστηρή έννοια της λέξης, κανένας κοινός κόσμος και κανένας δημόσιος χώρος δεν είναι δυνατός.
Οι άνθρωποι για πολλούς αιώνες πριν από μας -αλλά όχι τώρα πλέον- εισέρχονταν στο δημόσιο χώρο διότι επιθυμούσαν κάτι τι δικό τους ή κάτι τι που είχαν από κοινού με άλλους να διαρκέσει περισσότερο από τη γήινη ύπαρξή τους. Έτσι η κατάρα της δουλείας δεν ήταν μόνο ότι στερούσε από τους δούλους την ελευθερία και την ορατή ύπαρξη, αλλά και ο φόβος των ίδιων των αφανών εκείνων ανθρώπων «ότι περνώντας από την αφάνεια της ζωής τους στον θάνατο δεν θα άφηναν πίσω τους κανένα σημάδι να μαρτυράει πως κάποτε υπήρξαν».
Σε αντιδιαστολή με αυτήν την «αντικειμενικότητα», της οποίας μόνη βάση είναι το χρήμα ως κοινός παρονομαστής για την ικανοποίηση όλων των αναγκών, η πραγματικότητα της δημόσιας σφαίρας στηρίζεται στην ταυτόχρονη παρουσία αναρίθμητων προοπτικών και όψεων, με τις οποίες δεν μπορεί ποτέ να επινοηθεί κοινό μέτρο ή κοινός παρονομαστής. Διότι αν και ο κοινός κόσμος αποτελεί το κοινό πεδίο συνάντησης όλων, όμως όσοι είναι παρόντες έχουν διαφορετικές θέσεις μέσα σ’ αυτό, και η θέση του ενός δεν μπορεί να συμπίπτει με τη θέση του άλλου, όπως δεν μπορεί να συμπίπτει η θέση δύο αντικειμένων.
Κάτω από τις συνθήκες ενός κοινού κόσμου, την πραγματικότητα δεν την εγγυάται κατά κύριο λόγο η «κοινή φύση» όλων των ανθρώπων που τη συνιστούν, αλλά μάλλον το γεγονός ότι, παρά τις διαφορές θέσεως και την ποικιλία όψεων που προκύπτει, όλοι ενδιαφέρονται πάντα για το ίδιο αντικείμενο. Αν η ταυτότητα του αντικειμένου δεν είναι πλέον δυνατόν να διακριθεί, καμιά κοινή φύση των ανθρώπων, και λιγότερο απ’ όλα ο αφύσικος κομφορμισμός μιας μαζικής κοινωνίας, δεν μπορεί να αποτρέψει την καταστροφή του κοινού κόσμου, που συνήθως ακολουθεί την καταστροφή των πολλών όψεων, με τις οποίες εμφανίζεται στο ανθρώπινο πλήθος.
Αυτό μπορεί να συμβεί κάτω από συνθήκες απόλυτης απομόνωσης, όπου κανείς πια δεν μπορεί να συμφωνήσει με κανέναν άλλον, όπως συμβαίνει συνήθως στις τυραννίες. Αλλά αυτό μπορεί επίσης να συμβεί και κάτω από τις συνθήκες μιας μαζικής κοινωνίας ή μιας μαζικής υστερίας, όπου βλέπουμε όλους τους ανθρώπους να συμπεριφέρονται ξαφνικά σαν να ήταν μέλη μιας οικογένειας, αποτελώντας καθένας μιαν επέκταση κι ένα αντίγραφο του πλησίον του.
Και στις δύο περιπτώσεις οι άνθρωποι έχουν μεταβληθεί πέρα για πέρα σε ιδιώτες, δηλαδή έχουν στερηθεί το να βλέπουν και να ακούνε τους άλλους ή το να τους βλέπουν και να τους ακούνε οι άλλοι. Βρίσκονται όλοι έγκλειστοι στην υποκειμενικότητα της δικής τους ατομικής εμπειρίας, η οποία δεν παύει να είναι ατομική έστω κι αν πολλαπλασιάζεται απειράριθμες φορές. Το τέλος του κοινού κόσμου έχει επέλθει όταν αυτός αντικρίζεται από μια μόνο πλευρά κι όταν έχει τη δυνατότητα να παρουσιάζεται σε μια μόνο προοπτική.
Χάνα Άρεντ
Αποσπάσματα από το βιβλίο της «Η Ανθρώπινη Κατάσταση».
Πηγή: http://www.doctv.gr/page.aspx?itemID=SPG7056