Αρχιτεκτονική και Διακόσμηση
Κλασική εποχή
(Η Ακρόπολη σήμερα)
Κλασική Εποχή ονομάζουμε την περίοδο της αρχαίας ελληνικής ιστορίας που ξεκινάει στις αρχές του 5ου αιώνα και τελειώνει με τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου το 323 π.Χ. Κέντρο της εποχής αυτής ήταν η Αθήνα, στην οποία γεννήθηκε και εξελίχθηκε η τέχνη της κλασικής περιόδου. Η τέχνη της αρχιτεκτονικής φτάνει στο απόγειο της μέσα από τα οικοδομικά προγράμματα που εκπονήθηκαν μετά από τις Περσικές καταστροφές. Σε όλη την Αττική ανοικοδομούνται διάφορα κτίσματα, όπως ναοί, δημόσια κτίρια και τα οικοδομήματα της Ακρόπολης. Πολλά από αυτά δημιουργήθηκαν συγχρόνως στο διάστημα από το 450 έως το 431 π.Χ., δηλαδή μέχρι την έναρξη του Πελοποννησιακού Πολέμου. Αυτή την περίοδο η τέχνη είναι ουσιαστικά η έκφραση της πόλεως. Δεν υπήρχαν πλέον ανάκτορα, σχεδόν ούτε καν όμορφα ιδιωτικά οικήματα. Ακόμη και τα ταφικά μνημεία ήταν πολύ απλά καθότι πλέον σημαντικό ήταν το σύνολο και όχι η ατομικότητα. Τα μεγαλύτερα και σημαντικότερα κτίρια που χτίζονταν τώρα, όχι μόνο στην Αθήνα αλλά και σε άλλες περιοχές, ήταν οι ναοί. Οι ναοί της Ακροπόλεως, ο Παρθενώνας, ο ναός του Δία στην Ολυμπία, ο ναός του Ποσειδώνα στο Σούνιο, είναι ορισμένα από τα πιο λαμπρά δείγματα της εποχής.
(Αναπαράσταση της Ακροπόλεως την κλασική εποχή)
Μετά την καταστροφή της Ακρόπολης από τους Πέρσες (480 π.Χ.), οι Έλληνες αρνήθηκαν να ξαναχτίσουν τους ιερούς χώρους χρησιμοποιώντας τα ερείπια που είχε βεβηλώσει ο εχθρός. Έτσι περίπου τριάντα χρόνια μετά, ο Περικλής ήταν εκείνος που τόλμησε να ξεκινήσει τεράστια οικοδομική εκστρατεία που περιελάμβανε την ανοικοδόμηση της Ακρόπολης αλλά και την κατασκευή και άλλων ναών σε ιερά της Αττικής, στην οποία συμμετείχαν πολλοί καλλιτέχνες, όπως ο Ικτίνος, ο Καλλικράτης, ο Μνησικλής και ο Φειδίας. Μάλιστα, η οικοδόμηση της Ακρόπολης συνεχίστηκε και μετά τον θάνατο του (429π.Χ.). Συγκεκριμένα λοιπόν πάνω στην Ακρόπολη κτίζονται τα Προπύλαια, ο Παρθενώνας, ο Ναός της Αθηνάς Νίκης και το Ερέχθειο.
Τα Προπύλαια
Ήταν η μεγαλοπρεπής είσοδος στην Ακρόπολη. Το αρχιτεκτονικό σχέδιο, που ήταν σύνθετο ανήκει στον Μνησικλή. Συνδύαζε τον ιωνικό και τον δωρικό ρυθμό και είχε πέντε εισόδους από τις οποίες η κεντρική έχει πλάτος 4 μέτρα. Από την κεντρική είσοδο περνούσε η πομπή με τον πέπλο της θεάς κατά τα Παναθήναια. Οι στενότερες πλαϊνές είσοδοι βρίσκονται σε υψηλότερο επίπεδο και προορίζονταν για όσους ανέβαιναν πεζοί στην Ακρόπολη. Εξαιτίας της κλίσης του εδάφους η δυτική πρόσοψη βρίσκεται χαμηλότερα από την ανατολική. Ο στεγασμένος χώρος ανάμεσα στις προσόψεις έχει μνημειακή διαμόρφωση με δύο σειρές από τρεις ψηλούς ιωνικούς κίονες, που στηρίζουν την οροφή από μαρμάρινες πλάκες με φατνώματα. Στην βόρεια πτέρυγα των Προπυλαίων υπήρχε μια αίθουσα με σημαντικούς πίνακες ζωγραφικής γνωστή ως Πινακοθήκη.
Παρθενώνας
Ο Παρθενώνας χτίστηκε μεταξύ 447 π.Χ. και 438 π.Χ., ενώ ο γλυπτός διάκοσμος ολοκληρώθηκε το 432 π.Χ. Κανένα οικοδόμημα ή άλλο έργο τέχνης δεν αποτυπώνει με τόση ενάργεια την εικόνα που ήθελαν να προβάλουν οι Αθηναίοι της εποχής του Περικλή για την πόλη τους όσο ο Παρθενώνας. Είναι ένας μεγάλος ναός που χτίστηκε στην θέση ενός παλαιότερου, ο οποίος ήταν ακόμη υπό κατασκευή όταν τον κατέστρεψαν οι Πέρσες το 480 π.Χ. Αρχιτέκτονες ήταν ο Ικτίνος και ο Καλλικράτης, ενώ την γενική εποπτεία είχε ο Φειδίας, ο οποίος φιλοτέχνησε και τα γλυπτά της. Πρόκειται για δωρικό περίπτερο ναό με οκτώ κίονες στην μπροστινή και πίσω όψη και δεκαεπτά κίονες στις πλάγιες όψεις του. Η κύρια διαφορά του από τον προηγούμενο ναό είναι το αισθητά μεγαλύτερο πλάτος του, στοιχείο πρωτόγνωρο για δωρικό ναό. Το εσωτερικό του διαμορφώθηκε στον τύπο του διπλού εν παραστάσει εξάστυλου ιωνικού ναού (που δεν υπάρχει ως αυτόνομη αρχιτεκτονική έκφραση). Ήταν κατασκευασμένος από πεντελικό μάρμαρο, ενώ η στέγη ήταν ξύλινη.
(Αναπαράσταση της Ακροπόλεως υπό κατασκευή)
Στο ανατολικό τμήμα του σηκού φυλάσσονταν το άγαλμα της θεάς Αθηνάς. Στο εσωτερικό του υπήρχε μια δίτονη (δηλαδή διώροφη) δωρική κιονοστοιχία σε σχήμα Π, η οποία περιέβαλε το άγαλμα της Αθηνάς. Η κιονοστοιχία λειτουργεί ως αρχιτεκτονικό πλαίσιο για το άγαλμα, διαρθρώνοντας κατάλληλα το ευρύχωρο εσωτερικό του ναού. Στο δυτικό τμήμα του σηκού υπήρχε ένας εξίσου πλατύς αλλά λιγότερο βαθύς χώρος (οπισθόδομος), του οποίου η οροφή στηριζόταν σε τέσσερις ιωνικούς κίονες κι εκεί φυλασσόταν τα ιερά σκεύη και το κρατικό ταμείο της Αθήνας. Την λειτουργία αυτή την επιβεβαιώνει η ενισχυμένη θύρα του χώρου και το γεγονός ότι μπροστά από την είσοδό του, ανάμεσα στις παραστάδες και τους κίονες του οπισθοδόμου, είχε τοποθετηθεί, όπως και στον πρόναο, ισχυρό κιγκλίδωμα. Ο Παρθενώνας ήταν επομένως από την αρχή όχι μόνο ιερό κτήριο αφιερωμένο στην Αθηνά, αλλά και θησαυροφυλάκιο της πόλης.
(Τμήμα από την δυτική μετώπη του Παρθενώνα)
Ο εξωτερικός θριγκός έφερε 92 μετώπες με την αναπαράσταση σκηνών της Γιγαντομαχίας στις ανατολικές, της Αμαζονομαχίας στις δυτικές, της Άλωσης της Τροίας στις βόρειες, και της Κενταυρομαχίας στις νότιες μετώπες. Η σύνθεση στο ανατολικό αέτωμα είχε ως θέμα την γέννηση της Αθηνάς, ενώ στο δυτικό αέτωμα απεικονιζόταν η διαμάχη μεταξύ Αθηνάς και Ποσειδώνα σχετικά με την ονομασία της Αθήνας. Στον εσωτερικό ναό υπήρχε συνεχής ανάγλυφη ζωφόρος ύψους 1,06 μέτρα και με συνολικό μήκος περίπου 160 μέτρα, η οποία περιτρέχει τους τοίχους του σηκού, τον πρόναο και τον οπισθόδομο, κι έχει θέμα την πομπή των Παναθηναίων.
(Τμήμα από το ανατολικό αέτωμα του Παρθενώνα)
Η οικοδόμηση του Παρθενώνα εξυπηρετούσε πρωτίστως πολιτικούς σκοπούς. Τα θέματα στις μετώπες λειτουργούσαν στις συνειδήσεις αλληγορικά, συμβολίζοντας τις νίκες των Ελλήνων εναντίον των Περσών. Ανάλογα και τα θέματα των αετωμάτων και της εσωτερικής ζωφόρου αναφέρονταν στις μυθικές καταβολές της Αθήνας και την σύγχρονη της ζωή, αντίστοιχα. Ακόμη και το γεγονός ότι στον Παρθενώνα συνδυάστηκαν δωρικός και ιωνικός ρυθμός καταδεικνύει την πρόθεση του Περικλή να αναδείξει την Αθήνα στην απόλυτη ηγεμονεύουσα δύναμη της Ελλάδας.
Ο ναός της Αθηνάς Νίκης
Ο ναός της Αθηνάς Νίκης είναι ένα άλλο χαρακτηριστικό κτίριο της Ακρόπολης που χτίστηκε από τον Καλλικράτη μεταξύ 426 π.Χ. και 421 π.Χ., δηλαδή κατά την περίοδο του Πελοποννησιακού Πολέμου. Είναι ιωνικός, τετράστυλος αμφιπρόστυλος ναός, χτισμένος σε ύψωμα που φέρει θωράκιο με ανάγλυφες πλάκες, στις οποίες απεικονίζονται Νίκες να πραγματοποιούν θυσίες ή να οδηγούν ταύρους για θυσία ή και να στολίζουν τρόπαια. Η Αθηνά ένθρονη τις παρακολουθεί. Στη ζωφόρο που ήταν έργο του Αγοράκριτου αποδίδονταν μάχες μεταξύ Ελλήνων και Περσών, με του θεούς να τις παρακολουθούν. Επί ρωμαϊκής εποχής ονομάστηκε Ναός της Απτέρου Νίκης, δηλαδή χωρίς φτερά, για να μην φύγει ποτέ από την πόλη της Αθήνας.
Το Ερέχθειο
Είναι το τελευταίο οικοδόμημα που κατασκευάστηκε στην Ακρόπολη τον 5ο αιώνα π.Χ. Είναι σύνθετο κτίσμα, ιωνικού ρυθμού, σε μικρή απόσταση βόρεια του Παρθενώνα, στο οποίο υπήρχαν βωμοί αφιερωμένοι στον Ποσειδώνα, τον Ήφαιστο καθώς και σε δύο τοπικούς ήρωες της Αθήνας, τον Ερεχθέα και τον Βούτη. Ο ναός αυτός είχε επισκευαστεί πρόχειρα μετά την καταστροφή του από τους Πέρσες το 480 π.Χ. για να στεγάσει τα ιερότερα αρχαία κειμήλια των Αθηναίων. Το Ερέχθειο είναι ένα μακρόστενο ορθογώνιο κτήριο που χωρίζεται από ένα εγκάρσιο θεμέλιο σε δύο τμήματα, το ανατολικό και το δυτικό· η ασυνήθιστη κάτοψή του οφείλεται στο γεγονός ότι στέγαζε διάφορα ιερά, το καθένα από τα οποία είχε τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του. Στο δυτικό άκρο της νότιας πλευράς υπάρχει ένα δεύτερο προστώο, χωρίς πρόσβαση στο εσωτερικό και με χαμηλότερη οροφή, την οποία στηρίζουν αντί για κίονες έξι Καρυάτιδες, δηλαδή αγάλματα κορών, που φορούν ιωνικό χιτώνα και φέρουν στο κεφάλι τους ένα κάνιστρο, που παίζει το ρόλο κιονόκρανου.
Καινοτομίες
(Ναός του Ποσειδώνα, Σούνιο)
Στο δεύτερο μισό του 5ου αιώνα π.Χ. οικοδομήθηκαν εκτός από τον Παρθενώνα και άλλοι σημαντικοί ναοί όπως π.χ. ο ναός της Άρτεμης Αγροτέρας Αγροτέρας στην αριστερή όχθη του Ιλισού, του Ηφαίστου στον Αγοραίο Κολωνό, του Ποσειδώνα στο Σούνιο, του Απόλλωνα του Δελφινίου στο Ολυμπείο, της Νέμεσης στον Ραμνούντα, του Άρη στις Αχαρνές κ.α. Παράλληλα κτίστηκαν και πολλά μεγαλόπρεπα δημόσια κτίρια διαφορετικής μορφής και λειτουργίας, όπως Θόλοι, στοές, αίθουσες και θέατρα. Ενώ η Αθηναϊκή αγορά ήταν ένας άναρχα διαμορφωμένος χώρος όσον αφορά την χωροταξική διάταξη, σε ορισμένες περιοχές όπου δεν υπήρχαν δημόσια κτίρια αλλά ιδιωτικές κατοικίες, όπως ο Πειραιάς και η Όλυνθος, εφαρμόστηκε το λεγόμενο «Ιπποδάμειο πολεοδομικό συστήμα», σύμφωνα με το οποίο η περιοχή διαμορφωνόταν σε ορθογώνια οικοδομικά μέρη που διαχωρίζονταν μεταξύ τους με παράλληλους και κάθετους δρόμους.
(Κορινθιακό κιονόκρανο και επίκρανο του ιδίου ρυθμού)
Άλλη μια καινοτομία της εποχής είναι η γέννηση του κορινθιακού ρυθμού με την εφεύρεση του κορινθιακού κιονόκρανου. Αυτό βρέθηκε για πρώτη φορά στον δωρικό ναό του Επικούρειου Απόλλωνα στην Φιγάλεια, έργο του Ικτίνου (μετά το 429π.Χ.), σε έναν κίονα μπροστά από τον νότιο τοίχο του σηκού. Σύμφωνα με τον Βιτρούβιο, εφευρέτης του Κορινθιακού κιονόκρανου ήταν ο γλύπτης Καλλίμαχος που εμπνεύστηκε από ένα καλάθι που βρισκόταν στον τάφο ενός κοριτσιού στην Κόρινθο και ήταν περιτυλιγμένο με αγκάθια. Ο Κορινθιακός ρυθμός είναι ένας από τους τρεις ρυθμούς της αρχαίας ελληνικής αρχιτεκτονικής. Οι κίονες χαρακτηρίζονται από το κιονόκρανο που αποτελείται από υψηλό έχινο ("κάλαθος"), που περιβάλλεται από σειρές φύλλων ακάνθης και έλικες στις τέσσερις γωνίες. Μπορεί κάλλιστα να θεωρηθεί ως εξέλιξη του Ιωνικού λόγω αυτών των ελίκων. Ο ρυθμός αυτός αποτελεί τον πιο διακοσμητικό από τους τρεις, εφαρμόστηκε κυρίως στο εσωτερικό των κτιρίων, και χρησιμοποιήθηκε σπάνια από Έλληνες, ενώ μεγάλη χρήση του παρατηρείται στους Ρωμαϊκούς χρόνους.
(Κυκλική Θόλος στο ιερό της Αθηνάς Προναίας στους Δελφούς)
Τον οικοδομικό πυρετό του 5ου αιώνα π.Χ. διαδέχτηκε η στασιμότητα του 4ου. Έπαψαν να χτίζονται μεγάλα δημόσια κτήρια, και όσα χτίστηκαν είχαν μικρές διαστάσεις. Εμφανίζουν όμως καινοτομίες που φανερώνουν ότι η εξέλιξη της αρχαίας ελληνικής αρχιτεκτονικής καθορίστηκε από την αναζήτηση νέων συστημάτων αναλογιών για τα κτήρια και την δημιουργία περίτεχνων διακοσμητικών μοτίβων, όπως είναι οι ημικίονες, καθώς και συνδυασμοί αρχιτεκτονικών μελών και ρυθμών που κανονικά δεν συνανήκουν. Όλα αυτά εντάσσονται σε μια προσπάθεια να εντυπωσιαστούν οι θεατές και οι επισκέπτες των κτηρίων και να δημιουργηθούν περιβάλλοντα ευχάριστα από αισθητική άποψη, ιδιαίτερα στους εσωτερικούς χώρους. Παραδείγματα αυτών των οικοδομημάτων είναι: η κυκλική Θόλος στο ιερό της Αθηνάς Προναίας στους Δελφούς, ο ναός του Ασκληπιού στην Επίδαυρο, η κυκλική Θόλος στην Επίδαυρο, το Φιλιππείο στην Ολυμπία και το χορηγικό μνημείο του Λυσικράτη.
Θέατρο της Επιδαύρου
Η αγάπη της εποχής για οικοδομήματα με συμμετρική ανάπτυξη είναι εμφανής και στο Θέατρο της Επιδαύρου, που ανήκε στο ιερό του Ασκληπιού. Τα αρχαία θέατρα χτίζονταν σε φυσικά κοιλώματα λόφων, όπου αρχικά πραγματοποιούνταν τελετές για την λατρεία του θεού Διονύσου, μέσα από τις οποίες γεννήθηκε το δράμα. Το θέατρο στην Ακρόπολη του 5ου αι. π.Χ. είχε διαμορφωθεί με την προσθήκη ξύλινων καθισμάτων και κτισμάτων στις δύο πλευρές του κοίλου, σε ένα φυσικό ρήγμα του βράχου. Το θέατρο της Επιδαύρου, που θεωρείται το τελειότερο αρχαίο ελληνικό θέατρο από άποψη ακουστικής και αισθητικής, χτίστηκε στα 350 π.Χ. από τον αρχιτέκτονα Πολύκλειτο τον Νεότερο, ενσαρκώνοντας το ιδεώδες της καθαρής και συμμετρικής αρχιτεκτονικής έκφρασης. Με μέγιστη χωρητικότητα 13.000 - 14.000 θεατών το θέατρο φιλοξενούσε τους μουσικούς, ωδικούς και δραματικούς αγώνες που συμπεριλαμβάνονταν στην λατρεία του Ασκληπιού.
Διαθέτει την χαρακτηριστική τριμερή διάρθρωση ενός αρχαίου ελληνικού θεάτρου που ήταν η σκηνή, η ορχήστρα και το κοίλον. Το κοίλον του διαιρείται καθ’ ύψος σε δύο άνισα τμήματα, το κάτω κοίλο ή θέατρο και το άνω θέατρο ή επιθέατρο. Τα δύο επιμέρους τμήματα χωρίζονται από ένα οριζόντιο διάδρομο κίνησης των θεατών (πλάτους 1.82 μ.), το διάζωμα, και εγκάρσια χωρίζεται από διάδρομους με σκάλες που οδηγούν στα εδώλια (καθίσματα).Το κάτω τμήμα του κοίλου διαιρείται σε 12 σφηνοειδή τμήματα, τις κερκίδες, ενώ το άνω τμήμα του σε 22. Οι κατώτερες σειρές του άνω και κάτω κοίλου έχουν την μορφή προεδρίας, θέσεις δηλαδή που προορίζονταν για σημαντικά πρόσωπα. Ο σχεδιασμός του κοίλου είναι μοναδικός και βασίστηκε σε τρία κέντρα χάραξης. Χάρη στον ιδιαίτερο αυτό σχεδιασμό επιτεύχθηκε αφ’ ενός η τέλεια ακουστική του θεάτρου, αφ’ ετέρου το άνοιγμα προς την καλύτερη θέαση.
Το κέντρο του θεάτρου αποτελεί η κυκλική ορχήστρα, διαμέτρου 20 μ. Στο κέντρο της βρίσκεται κυκλική λίθινη πλάκα, η βάση του βωμού, ή η θυμέλη. Την ορχήστρα περιβάλλει ειδικός υπόγειος αποχετευτικός αγωγός, ο εύριπος, πλάτους 1.99 μ, τον οποίο κάλυπτε λίθινος κυκλικός διάδρομος. Απέναντι από το κοίλον και πίσω από την ορχήστρα αναπτύσσεται το σκηνικό οικοδόμημα του θεάτρου. Η μορφή της σκηνής (η οποία χρονολογείται στην ελληνιστική περίοδο) αποτελείτο από διώροφο σκηνικό οικοδόμημα και προσκήνιο μπροστά στην σκηνή. Το προσκήνιο είχε στην πρόσοψή του κιονοστοιχία. Εκατέρωθεν του προσκηνίου προεξείχαν ελαφρά τα δύο παρασκήνια. Ανατολικά και δυτικά των δύο παρασκηνίων υπήρχαν δύο μικρά ορθογώνια δωμάτια για τις ανάγκες των παραστάσεων. Δύο κεκλιμένα επίπεδα οδηγούσαν στην στέγη του προσκηνίου, στο λογείο όπου αργότερα έπαιζαν οι ηθοποιοί. Τέλος, το θέατρο διέθετε δύο μεγαλοπρεπείς θύρες, οι οποίες είναι σήμερα αναστηλωμένες.
Ιδιωτικές κατοικίες
Κατά τον 5ο και 4ο αιώνα π.Χ. στην Αθήνα διακρίνεται η ακόλουθη αντίθεση: ενώ τα δημόσια κτίρια ήταν επιβλητικά, τα σπίτια ήταν λιτά και απλά. Ακόμα και επιφανείς άνδρες αλλά και πλούσιοι πολίτες ενίοτε ζούσαν σε κατοικίες ταπεινές. Τόσο στην πόλη, όσο και στην εξοχή χτίζονταν πάνω σε πέτρινα θεμέλια με ψημένα τούβλα με πηλοκονίαμα ως συνδετικό υλικό. Οι στέγες κατασκευάζονταν με ξύλινα δοκάρια και σανίδες. Καλύπτονταν με κεραμίδια από ψημένο πηλό, σχιστόλιθους, πέτρινες πλάκες ή από κλαδιά και πηλό, ενώ τα γείσα της στέγης που προεξείχαν πρόσφεραν προστασία από την βροχή. Οι εξωτερικοί τοίχοι, επιχρισμένοι με ασβεστοκονίαμα, είχαν μικρά, ψηλά, ακανόνιστα παράθυρα με ξύλινα παντζούρια, χωρίς τζάμι. Η πρόσοψη του σπιτιού δεν ήταν εντυπωσιακή, αφού το σπίτι προσεγγιζόταν από στενούς δρόμους, χωρίς καμία διακόσμηση στους τοίχους με μια βαριά πόρτα στη μέση. Για περισσότερη ασφάλεια, υπήρχαν λίγα εξωτερικά παράθυρα ή καθόλου και μια εξωτερική πόρτα. Τα περισσότερα δάπεδα ήταν από καλά πατημένο χώμα ή πηλό. Σε κάποιες περιπτώσεις, κυρίως στα σπίτια των πλουσίων βρίσκουμε βοτσαλωτά μωσαϊκά τοποθετημένα σε υπόστρωμα από ασβεστοκονίαμα και μία ελαφριά υπερυψωμένη πλατφόρμα κατά μήκος των τοίχων.
Η βασική δομή του σπιτιού ήταν ίδια με την προηγούμενη περίοδο. Πολλά δωμάτια γύρω από την εσωτερική αυλή, το αίθριο, απ’ όπου έμπαινε αέρας και φως. Ενίοτε υπήρχε και δεύτερος όροφος, αλλά δεν είναι γνωστό αν απλωνόταν σε όλο το μήκος του ισογείου. Η δίοδος προς τον επάνω όροφο γινόταν μέσω της αυλής, με αστέγαστες ξύλινες ή και με εσωτερικές προστατευόμενες σκάλες.
(Ανδρωνίτης)
Το επίσημο τμήμα του σπιτιού ήταν ο ανδρωνίτης που προοριζόταν για την φιλοξενία και την διασκέδαση των επισκεπτών και συγκεκριμένα των ανδρών. Εκεί λάμβαναν χώρα τα συμπόσια. Ο γυναικωνίτης αποτελούσε το ιδιωτικό μέρος που δεν χρησιμοποιούνταν αποκλειστικά από τις γυναίκες αλλά από όλη την οικογένεια που περνούσε την ημέρα της. Το αίθριο επίσης είχε παρόμοια χρήση αφού εκεί βρίσκονταν όλα τα μέλη της οικογένειας μαζί, περνούσαν τον ελεύθερο χρόνο τους ή δέχονταν επισκέψεις. Πολλά σπίτια στην αυλή, είχαν κι ένα μικρό βωμό προς τιμή του Ερκείου Δία.
Τα καθημερινά δωμάτια του σπιτιού ήταν κρεβατοκάμαρες, αποθήκες, κι ένα ξεχωριστό δωμάτιο για μαγείρεμα, την κουζίνα που είχε μια εστία, μαγειρικό εξοπλισμό και μια καπνοδόκη ή κάπνη, απ’ όπου έφευγε ο καπνός. Στον «οίκο», ένα δωμάτιο με κεντρική εστία, συγκεντρωνόταν συνήθως γύρω της η οικογένεια για να φάει. Ακόμη υπήρχε ένα μικρό δωμάτιο με αποχετευτικό αγωγό, πιθανόν λουτρό ή αποχωρητήριο. Δωμάτια ή διαμερίσματα για τους ξένους, υπήρχαν στα μεγαλύτερα σπίτια, οι λεγόμενοι ξενώνες, και στα πιο πολυτελή υπήρχαν ακόμη και γυμναστήρια. Γενικά ο προσανατολισμός του σπιτιού ήταν με πρόσωπο προς το νότο, μία πρακτική που έδινε τη δυνατότητα στην αυλή, τα βόρεια δωμάτια και τον επάνω όροφο να εκμεταλλεύονται το μέγιστο του φυσικού φωτός το χειμώνα και να αποφεύγουν τον πολύ ήλιο το καλοκαίρι. Η θέρμανση του σπιτιού γινόταν με μαγκάλια.
Έπιπλα
Τα βασικά έπιπλα τους ήταν κρεβάτια, καρέκλες, τραπέζια, κιβώτια και σκαμνιά. Συγκεκριμένα:
Ο θρόνος, συχνά εξοπλισμένος με ερεισίνωτο (πλάτη) και ερεισίχειρα (χέρια), ο κλισμός, ελαφριά καρέκλα με καμπυλωτή πλάτη χωρίς ερεισίχειρα (χέρια), ο δίφρος, σκαμνάκι χωρίς πλάτη, με τέσσερα ορθογώνια ή με δυο διασταυρούμενα πόδια, η κλίνη, το αρχαίο κρεβάτι, η τράπεζα (τραπέζι), τα κιβώτια, αποθηκευτικοί χώροι για την αποθήκευση διαφόρων αντικειμένων. Για την διακόσμηση των επίπλων εφαρμόζονταν κάποιες τεχνικές. Το καπλαμάρισμα (η κάλυψη δηλαδή των φτηνών ξύλων με άλλα πιο ακριβά), η επένδυση των ξύλινων επιφανειών με άλλα βαρύτιμα υλικά, όπως το ελεφαντόδοντο, η διακόσμηση με ψηφίδες αλλά και η ζωγραφική. Τα έπιπλα επενδυμένα με ύφασμα δεν ήταν γνωστά αλλά η επιθυμία για άνεση οδήγησε στην χρήση μαξιλαριών, σκεπασμάτων αλλά και ταπήτων που έπαιζαν σημαντικό ρόλο όπως γνωρίζουμε από τις πηγές. Πολλές φορές για την εσωτερική διαίρεση ενός μεγάλου χώρου, αντί για εσωτερικές πόρτες χρησιμοποιούσαν κουρτίνες, ίσως πολύχρωμες ή με εξωτικά διακοσμητικά μοτίβα. Μεγάλη σημασία για την γνώση της ελληνικής κατοικίας της κλασικής εποχής έχουν οι ανασκαφές της Ολύνθου.
Ανάκτορο των Αιγών
Στην πρωτεύουσα του Μακεδονικού κράτους αυτής της περιόδου ο Φίλιππος Β’ στα πλαίσια ενός μεγάλου οικοδομικού προγράμματος, χτίζει ένα από τα μνημειακότερα ανακτορικά συγκροτήματα της Ελλάδος- το νέο μεγαλοπρεπές ανάκτορο των Αιγών, το θέατρο που βρίσκεται δίπλα του και διαμορφώνεται το γειτονικό τέμενος της Εύκλειας με τα βασιλικά αναθήματα. Πίσω από τις κατασκευές αυτές υπάρχει ένας συγκεκριμένος σχεδιασμός που εμπνέεται από μια σαφή ιδεολογική τοποθέτηση: το κέντρο της πολιτικής και της θρησκευτικής εξουσίας, που συνενώνεται στο πρόσωπο του βασιλιά, συνδυάζεται με το θέατρο, το κέντρο της τέχνης και του πολιτισμού. Έτσι εγκαινιάζει μια παράδοση, συγχωνεύοντας με τρόπο εξαιρετικά εφευρετικό στοιχεία δημόσιας και ιδιωτικής αρχιτεκτονικής, που θα σφραγίσει την εικόνα των μετέπειτα βασιλικών πόλεων της ελληνιστικής εποχής, της Περγάμου, της Αντιόχειας, της Σελεύκειας και της Αλεξάνδρειας.
Μορφολογικά, επαναλαμβάνει σε μεγάλη κλίμακα την κάτοψη της αρχαιοελληνικής οικίας. Το ανάκτορο έκταση περίπου 9.250 τ.μ. στο ισόγειο, μήκος 78 μ. και ύψος 13,60 μ. μεγάλο τμήμα του οποίου ήταν διώροφο και απλωνόταν σε έκταση 15 στρ. περίπου, με δυνατότητα φιλοξενίας και στέγασης 4.000 ατόμων και συμποσίων με 500 καλεσμένους, αριθμός πρωτοφανής για τα ελληνικά δεδομένα. Οργανώνεται γύρω από μια μεγάλη περίστυλη αυλή που σε κάθε πλευρά της υπάρχουν 16 λίθινοι δωρικοί κίονες που επιστέφονται από την χαρακτηριστική δωρική ζωφόρο. Η αυλή που χωρούσε άνετα καθιστούς πάνω από 2.000 ανθρώπους λειτουργούσε όχι μόνον σαν πνεύμονας του σπιτιού, αλλά κυρίως σαν χώρος όπου επικεντρωνόταν η πολιτική και κοινωνική ζωή του Μακεδονικού Βασιλείου. Περιλαμβάνει επίσης κι ένα ιερό (Θόλο) αφιερωμένο στον Ηρακλή Πατρώο με πολυτελή διακόσμηση και χώρους συμποσίων για τον βασιλιά και τους αξιωματούχους. Τα αρχιτεκτονικά μέλη του ανακτόρου καλύπτονταν από γαλάζια έως και κόκκινα λεπτότατα κονιάματα που έλαμπαν, ενώ ο συνδυασμός των ρυθμών, δωρικού και ιωνικού, που τον βρίσκουμε ήδη στον Παρθενώνα, θα γίνει κυρίαρχη τάση για την μακεδονική αρχιτεκτονική.
(Αναπαράσταση της εισόδου του ανακτόρου)
Η πρόσβαση στο Ανάκτορο γινόταν από την ανατολική πλευρά, όπου υψωνόταν με τρόπο πρωτοποριακό για την εποχή ένα πραγματικά μοναδικό μνημειακό τρίχωρο πρόπυλο, στο κέντρο μιας εντυπωσιακής δωρικής κιονοστοιχίας. Στην νότια πτέρυγα υπήρχε ο κύριος οίκος με αίθουσες που τις κοσμούσαν εξαίσια ψηφιδωτά δάπεδα με συνολική έκταση δυο στρεμμάτων. Ξεχωρίζει το επιβλητικό σύνολο πέντε συνεχόμενων χώρων, που αποτελούσαν το «βασιλικό ενδιαίτημα». Από αυτούς, οι τρεις σχηματίζουν κλειστό σύνολο, όπου το κεντρικό δωμάτιο οδηγεί στους δύο ανδρώνες, χώρους κατάλληλους για συμπόσια. Το δωμάτιο αυτό δίνει και την εντύπωση προθαλάμου, καθώς ανοίγεται προς την αυλή μ’ ένα ιδιαίτερα μνημειακό πολύθυρο με τρεις ιωνικούς αμφικίονες. Το μεγαλύτερο τμήμα της δυτικής πτέρυγας του ανακτόρου καταλαμβάνουν τρεις ίσοι τετράγωνοι σχεδόν χώροι που ανοίγουν προς την στοά. Οι τεράστιες αυτές αίθουσες είναι πιο λιτές, αλλά εξίσου εντυπωσιακές, και υπολογίζεται πως συνολικά άφηνε χώρο για 278 κλίνες. Το δάπεδό τους καλυπτόταν από επιμελημένο μαρμαροθέτημα. Εντύπωση προκαλεί ο τρόπος στέγασης αυτών των πολύ μεγάλων σε διαστάσεις αιθουσών χωρίς την χρήση υποστυλωμάτων. Το στοιχείο αυτό φανερώνει τις υψηλού επιπέδου γνώσεις και την μεγάλη τεχνική πείρα των κατασκευαστών του ανακτόρου.
Στην ανατολική και βόρεια πτέρυγα του υπήρχαν επίσης αίθουσες συμποσίων και ανδρώνες, δύο διάδρομοι οδηγούσαν από το περιστύλιο στον εξώστη, μια ευρύχωρη βεράντα με πανοραμική θέα στην πόλη και σε ολόκληρη την περιοχή, που αποτελεί άλλη μία θαυμαστή καινοτομία του Ανακτόρου των Αιγών. Η κατασκευή αυτού του χώρου προσθέτει στο παραδοσιακό σχέδιο της κλειστής αρχαιοελληνικής οικίας ένα νέο στοιχείο που την ανοίγει προς τα έξω. Ταυτόχρονα δημιουργείται ένα πρότυπο που θα γνωρίσει μεγάλη διάδοση στην ιστορία της αρχιτεκτονικής. Στον όροφο που υπήρχε στην ανατολική και στη δυτική πλευρά θα πρέπει να βρισκόταν, όπως συνήθως, τα διαμερίσματα των γυναικών και οι κοιτώνες. Ιδιαίτερα εντυπωσιακή και πολυτελής ήταν η κορινθιακού τύπου κεράμωση των στεγών. Εξοπλισμένο με όλες τις ανέσεις της εποχής το ανάκτορο διέθετε επίσης ένα άψογο σύστημα αποχέτευσης αλλά και ύδρευσης που έφερνε νερό από τις πηγές του βουνού.
Η κατοικία του βασιλιά των Μακεδόνων, το μόνο ανάκτορο της κλασικής Ελλάδας που ξέρουμε, όντας η έδρα της πολιτικής εξουσίας και το κέντρο της πνευματικής δημιουργίας, γίνεται ένα αληθινό μνημείο μεγαλοπρέπειας, λειτουργικότητας και μαθηματικής καθαρότητας, που μέσα από την απόλυτη συνέπεια της γεωμετρίας του υλοποιεί το πρότυπο της ιδανικής κατοικίας και αποτελεί το αρχέτυπο του οικοδομήματος με περιστύλιο που θα σφραγίσει την αρχιτεκτονική της ελληνιστικής εποχής και θα επαναληφθεί χιλιάδες φορές σε όλο τον ελληνιστικό κόσμο, χωρίς όμως καμιά από τις επαναλήψεις να φτάσει την σαφήνεια, την πληρότητα και την απόλυτη καθαρότητα του πρωτοτύπου.
Πηγές:
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/history/art/page_025.html
http://www.ime.gr/chronos/05/gr/culture/1100arch_intro.html
http://ebooks.edu.gr/modules/ebook/show.php/DSGL-C111/62/475,1812/
https://el.wikipedia.org/
http://www.tmth.gr/sciencerelated/64-arxaia-elliniki-technology/347-arxaia-oikia
http://schoolpress.sch.gr/istoriomnemones/σπιτια-επιπλα-στην-αρχαια-αθηνα/
http://www.ideografhmata.gr/forum/viewtopic.php?f=106&t=10632
http://scholeio.blogspot.com/2013/10/h.html
http://history-pages.blogspot.com/2012/05/blog-post_12.html
Βιβλιογραφία:
Ελένη Γέμτου, Σημειώσεις για το μάθημα «Εισαγωγή στην Ιστορία της Τέχνης»